Πώς η επιλογή μου να μην διατηρώ τα βιβλία μου σαν καινούργια, με αντάμειψε.
Υπάρχουν πολλοί λάτρεις της ανάγνωσης που επιλέγουν να προσέχουν τα βιβλία τους σε τεράστιο βαθμό. Ξέρω αρκετούς που τρελαίνονται όταν δανείζουν βιβλίο και τους επιστρέφεται με “σπασμένη” βάση, κι άλλους που στη σκέψη ότι μπορεί μια σελίδα να τσαλακωθεί, παθαίνουν αμόκ.
Εγώ, δεν ανήκω σε αυτή την κατηγορία βιβλιόφιλων. Δε με ενδιαφέρει το βιβλίο μου να συρθεί στην άμμο, να σπάσει σε δέκα μεριές, να τσαλακωθεί, να σημειωθεί- αρκεί να μπορεί να διαβαστεί άνετα.
Και η επιλογή μου αυτή, σήμερα με αντάμειψε.
Η πρώτη του Ιουλίου 2018, με βρήκε στην παραλία, να προσπαθώ κάπου ανάμεσα στον ήλιο και τη θάλασσα, να ξεχάσω το ζόρι που με περιμένει μετά από μια πρακτική αναποδιά που προέκυψε. Στην τσάντα μου επέλεξα να βάλω νεράκι, πετσέτα, αντηλιακό, και ένα βιβλίο που είχα ξεκινήσει περίπου ένα μήνα πριν αλλά το είχα αφήσει στην άκρη λόγω ταξιδιών και άλλων βιβλίων που μπήκαν σφήνα.
Αυτή ήταν η κατάλληλη μέρα, όμως, να το επαναφέρω στα χέρια μου! Ο λόγος για το “Φωτιά στα Σαββατόπαχα” του Αύγουστου Κορτώ. Η πρώτη μου επαφή με τον Κορτώ ήταν μέσα από ευθυμογραφήματα και θυμάμαι να γελάω μόνη μου σε μια ξαπλώστρα. Ίσως κάποια στιγμή σου γράψω εκτενέστερα γι’ αυτές τις στιγμές. Το σίγουρο είναι ότι είχα ανάγκη να ζήσω μια επανάληψη σήμερα.
Και κάπως έτσι κινήθηκα. Κάθησα στην πετσέτα, βολεύτηκα, και άνοιξα το βιβλίο. Διάβασα μια σελίδα, δύο σελίδες, χμ… όχι, αυτό το έχω διαβάσει. Ο ήλιος βάραγε ενοχλητικά, τρεις σελίδες, α το έχω διαβάσει κι αυτό, μα πού είχα μείνει και… στοπ. Δε γινόταν να το απολαύσω όπως ήθελα.
Αυτό, ωστόσο, δε σημαίνει ότι δε χαμογέλασα. Και δεν ήταν κάποια ατάκα που το κατάφερε αυτή τη φορά, αλλά δυο τσακίσματα. Πριν κλείσω το βιβλίο, τα παρατήρησα. Και θυμήθηκα γιατί υπήρχαν εκεί, και να που έφτιαξε η διάθεση!
Τα τσακίσματα, λοιπόν ήταν για να θυμηθώ να διαβάσω τις συγκεκριμένες σελίδες στον Νίκο, το αγόρι μου. Ήταν τόσο καλές και διασκεδαστικές που δεν ήθελα με τίποτα να μη τις ακούσει – διαβάσει κι εκείνος. Είχα λαχτάρα να τις μοιραστώ μαζί του, γιατί πίστευα ότι θα τον κάνουν κι εκείνον να γελάσει, και δεν είναι να χάνονται τέτοιες ευκαιρίες.
Λίγο η σκέψη για αυτές τις μικρές ανακαλύψεις, λίγο όσα νιώθω για εκείνον, δεν ήθελε και πολύ να νιώσω έτσι ξαφνικά ένα αεράκι ευτυχίας μέσα μου. Ναι, από δυο μικρά τσακίσματα…
Ακόμα η απαγγελία εκρεμμεί, αλλά θα την κάνω. Είναι υπόσχεση. Όπως υπόσχεση είναι να μη σταματήσω ποτέ να αφήνω σημάδια στα βιβλία μου, γιατί αυτά τους δίνουν ζωή και βοηθούν τη μνήμη μου να πάρει μπροστά και να σκαλίσει συναισθήματα.